Η ΕΚΛΕΙΨΗ του Michelangelo Antonioni

L’ eclisse / Σινεφίλ. Σενάριο: Michelangelo Antonioni, Tonino Guerra, Elio Bartolini, Ottiero Ottieri. Πρωταγωνιστούν: Alain Delon, Monica Vitti, Francisco Rabal. Ιταλία 1962. Διάρκεια: 112′

(5/5)

 

Ένα ζευγάρι χωρίζει. Η γυναίκα περιπλανιέται στην πόλη και βρίσκει παρηγοριά στην αγκαλιά ενός νεαρού χρηματιστή.

 

Από πολλές απόψεις η Έκλειψη αποτελεί το ορόσημο μιας ολόκληρης δεκαετίας καθώς είναι η ταινία που ουσιαστικά καταρρίπτει όλες τις ως τότε καθιερωμένες κινηματογραφικές φόρμες. Σε μια εποχή (τέλη δεκαετίας του ’50 και αρχές του ‘60) που η καθεστηκυία τάξη απεχθάνεται οτιδήποτε νέο, που αναζητεί ξεπερασμένα ηθικά σύμβολα και ηθικές αξίες, η δημιουργία ενός τέτοιου καλλιτεχνήματος μπορεί να χαρακτηριστεί αιρετική. Και πραγματικά η Έκλειψη είναι μια δημιουργία αιρετική γιατί ξεφεύγει από τα καθιερωμένα , ξεφεύγει από τον ιταλικό νεορεαλισμό και δημιουργεί μια νέα τάση στον κινηματογράφο, το μοντερνισμό. Για την ακρίβεια εκτοξεύει το μοντερνισμό σε ύψη που καμιά άλλη ταινία δεν μπόρεσε μέχρι τις μέρες μας να φτάσει (η ταπεινή μου γνώμη).

Μέσα από μια ερωτική ιστορία, απλή στη σύλληψή της, ο Αντονιόνι καταφέρνει να αποτυπώσει με μοναδικό τρόπο το αστικό – βιομηχανικό τοπίο. Καταφέρνει με τον ιδιαίτερο τρόπο κινηματογράφησης να αποτυπώσει όσο καλύτερα γίνεται την ανθρώπινη μοναξιά της σύγχρονης κοινωνίας που κρύβεται καλά καμουφλαρισμένη πίσω από τις πολύβουες εικόνες της βιομηχανικής περιόδου που διανύουμε.

Η Έκλειψη αρχίζει όπως ακριβώς τελειώνει η Νύχτα, μ’ ένα χωρισμό. Η Βιτόρια (Monica Vitti) και ο κατά πολύ μεγαλύτερός της Ρικάρντο (Francisco Rabal) ύστερα από μια άυπνη νύχτα συζητήσεων (και όχι αναζητήσεων όπως στη Νύχτα) -αδιάψευστος μάρτυρας το γεμάτο αποτσίγαρα τασάκι- καταλαβαίνουν ότι η σχέση τους δεν οδηγεί πουθενά. Και με το πρώτο φως της μέρας που η Βιτόρια διστακτικά, είναι η αλήθεια, αφήνει να μπει μες στο δωμάτιο, έρχεται η ώρα των αποφάσεων. Το φως δίνει τη λύση, το φως ξεκαθαρίζει τα πράγματα. Το παραδέχεται και ο Ρικάρντο: «Πρέπει ν’ αποφασίσουμε». Και χωρίζουν…

Από τη σημείο αυτό αρχίζει η περιπλάνηση της Βιτόρια, που τελικά οδηγείται στο χρηματιστήριο όπου και γνωρίζει το γοητευτικό χρηματιστή της μητέρας της, τον Πιέρο (Alain Delon). Ο Πιέρο είναι ένας υπερόπτης νέος ταγμένος στο κυνήγι του χρήματος. Τα υλικά αγαθά τον ενδιαφέρουν πάνω απ’ όλα και δεν ντρέπεται να το ομολογήσει στη Βιτόρια. Η έλξη μεταξύ των δύο νέων δίνει την αφορμή στον Αντονιόνι να δημιουργήσει ένα δοκίμιο πάνω στις ανθρώπινες σχέσεις. Μη σας ξεγελά το γεγονός της κινηματογράφησης ενός έρωτα. Ο έρωτας είναι απλώς η αφορμή, όλα όσα συμβαίνουν κατά τη διάρκειά του είναι και αυτά που μας ενδιαφέρουν. Η μανία δηλαδή για το χρήμα, ο θάνατος, η αδιαφορία για το συνάνθρωπο, η αποξένωση. Ο σύγχρονος άνθρωπος βαδίζει πλέον μόνος του χωρίς συνοδοιπόρους. Αρνούμενος να πραγματοποιήσει τα αυτονόητα και να αντικρύσει την αλήθεια κατάματα προτιμά να κρύβεται πίσω από μία υποκριτική υπόσχεση. Όλα τα παραπάνω συμπυκνώνονται στα τελευταία μοναδικά επτά λεπτά, στα επτά λεπτά που οι Αμερικάνοι θέλησαν να αφαιρέσουν από την ταινία γιατί δεν τα καταλάβαιναν, στα επτά λεπτά της αισθητικής τελειότητας, στο καλύτερο φινάλε ταινίας που έχω δει.

Ως φόρο τιμής στον μεγάλο Ιταλό δημιουργό και κυριότερο εκπρόσωπο του ρεύματος του μοντερνισμού στον κινηματογράφο, παραθέτω την απάντηση που έδωσε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος όταν ρωτήθηκε ποια ήταν η κορυφαία του στιγμή στο σινεμά: «…Αν σας απαντούσα ερωτικά, η στιγμή που συνάντησα τη γυναίκα μου κι αν σας απαντούσα κινηματογραφικά η στιγμή που συνάντησα τον Αντονιόνι».  Μ.Β.