Ο ΕΙΡΗΝΟΠΟΙΟΣ (1975) του Woody Allen ★★★½

Love and Death / Κωμωδία. Σενάριο: Woody Allen Παίζουν: Woody Allen, Diane Keaton, Δέσπω Διαμαντίδου. Η.Π.Α. 1975. Διάρκεια: 85’

 Ο Μπόρις, το μικρότερο από τα τρία αδέρφια ενός Ρώσου μικρογαιοκτήμονα του 19ου αιώνα και δειλός εκ φύσεως, καλείται να πολεμήσει εναντίον του Ναπολέοντα. Ταυτόχρονα γοητεύεται από τη φιλοσοφία και την όμορφη ξαδέρφη του Σόνια.

Το Love and Death – παραφθορά του μυθιστορήματος του Τολστόι, Πόλεμος και Ειρήνη- πέραν πάσης αμφιβολίας αποτελεί σταθμό στην καριέρα του Woody Allen. Όχι φυσικά επειδή είναι η καλύτερη ταινία του (που δεν είναι) αλλά επειδή είναι η τελευταία από μια σειρά φαρσοκωμωδιών πριν τη μεγάλη του και πιο εσωστρεφή δημιουργία, τον τρομερό και φοβερό Νευρικό Εραστή.

Γυρισμένη το 1975, σε μια περίοδο που η Αμερική μετρούσε τις πληγές της (το 1973 θα αποσύρει τα στρατεύματά της από το Βιετνάμ), η φαρσοκωμωδία του Allen, αποτελεί πάνω απ’ όλα ένα καυστικό σχόλιο στον παραλογισμό του πολέμου. Μέσα από ένα καταπληκτικό εύρημα, δηλαδή την τοποθέτηση της δράσης σε χώρο και σε χρόνο παράταιρο, τη Ρωσία του 19ου αιώνα, καταφέρνει να αποκλιμακώσει την ένταση της εποχής και με χιουμοριστικό τρόπο να «μιλήσει» για τη ματαιότητα και το ανώφελο της ένοπλης σύγκρουσης, τους στρατιώτες-αθύρματα στα χέρια των ισχυρών και να αναγάγει τη δειλία στη μέγιστη στρατιωτική αρετή.

Ο πόλεμος αν και αποτελεί την κύρια θεματική στο όλο πόνημα του Allen, δεν κλέβει την παράσταση. Κι αυτό γιατί ο σκηνοθέτης μας επιφυλάσσει κι άλλες ευχάριστες εκπλήξεις. Έτσι με τον πάντα σαρκαστικό του τρόπο, ο Αμερικανοεβραίος δημιουργός, κονιορτοποιεί έννοιες σαν την αγάπη, τη φιλοσοφία ακόμα και τον θάνατο για να αποθεώσει τις σαρκικές απολαύσεις και τις εφήμερες σχέσεις και μας κάνει να αναφωνήσουμε με βεβαιότητα ότι ο Νευρικός Εραστής πριν τη Νέα Υόρκη έκανε μια στάση και από την Αγία Πετρούπολη…

love_and_death_1

Πέραν τούτων, ο Allen παραμένει πιστός στις μεγάλες του αγάπες. Εξηγούμαι: Η αξιοπερίεργη εμμονή στο Ντοστογιέφσκι – από τη μονομαχία που αποτελεί ουσιαστικά αντιγραφή

ολόκληρου κεφαλαίου των Δαιμονισμένων και το ζήτημα της αναγκαιότητας του φόνου που αναλύεται εκτενώς στο Έγκλημα και Τιμωρία ως και την ονομαστική αναφορά σε πλήθος έργων του-, αλλά και τα πιστά αντίγραφα πλάνων από ταινίες του Eisenstein και του Bergman, είναι ένα κλείσιμο του ματιού του Allen στο κοινό του και ταυτόχρονα ένας φόρος τιμής σε όλους αυτούς τους μεγάλους δημιουργούς που τον επηρέασαν (που μας επηρέασαν).  _Μ.Β.

GRAYSON (2004) του John Fiorella

(5/5)

Grayson 2004

Πλήθος κόσμου μαζεύεται για να αποχαιρετήσει το μεγαλύτερο ήρωα της Γης. Ο Μπάτμαν δεν ζει πια. Δολοφονήθηκε από τους εχθρούς του. Η αστυνομία δεν καταφέρνει να ανακαλύψει τους δράστες και ο επικεφαλής δεν δείχνει ιδιαίτερο ζήλο. Ο στενότερος συνεργάτης του Μπάτμαν όμως,  δεν πρόκειται να μείνει με σταυρωμένα τα χέρια. Ο Ντικ Γκρέισον επανέρχεται στην ενεργό δράση και ξαναφορά τη στολή του Ρόμπιν. Εξαρχής αντιμετωπίζει δυσκολίες. Η αστυνομία αρνείται να συνεργαστεί μαζί του, ενώ η γυναίκα και η κόρη του τον εγκαταλείπουν. Παράλληλα, ο Σούπερμαν και η Γουόντερ Γούμαν εμποδίζουν τις έρευνές του και η σύγκρουση των πρώην συμμάχων είναι αναπόφευκτη. Η παρουσία του Γκριν Λάντερν ίσως αλλάξει κάποια δεδομένα. Παρόλες τις δυσκολίες ο Γκρέισον προχωρά και κηρύσει πόλεμο σε Τζόκερ, Πινγκουίνο, Γρίφο και Κατγούμαν. Με μοναδικό του σύμμαχο τον συνατξιούχο αρχηγό της αστυνομίας καi πεθερό του, Γκόρντον θα βρεθεί κοντά στην ανακάλυψη των δολοφόνων του Μπάτμαν. Ο Τζόκερ όμως δεν έχει πει την τελευταία του λέξη και θα προσπαθήσει να πλήξει την οικογένεια των εχθρών του. Η σύγκρουση που θα ακολουθήσει θα είναι επική…

Όλα τα παραπάνω συμβαίνουν στο ερασιτεχνικό φιλμ διάρκειας μόλις πεντέμιση λεπτών του Τζον Φιορέλα. Ο απίστευτος αυτός τύπος, λόγω της υπερβολικής του αγάπης για τα κόμικς γύρισε αυτό το αριστουργηματικό φιλμάκι. Όταν πρωτοβγήκε στο διαδίκτυο, οι φανς απαιτούσαν από τη Warner να γυρίσει ολοκληρωμένη ταινία με το συγκεκριμένο σενάριο, καθώς θα ήταν το απόλυτο έπος. Βέβαια, όλοι ξέρουμε πως ένα χρόνο μετά κυκλοφόρησε το Dark Knight. Παρόλα αυτά ο ερασιτέχνης Φιορέλα δίνει μαθήματα καθώς η ταινιούλα του έχει περισσότερο ενδιαφέρον από το Σούπερμαν 4 ή το Batman Forever. Επίσης, το ότι χρησιμοποιεί το Σούπερμαν και τη Γουόντερ Γούμαν σε σκοτεινούς ρόλους, ανεβάζει ακόμα περισσότερο το ενδιαφέρον του κοινού. Για τα πεντέμιση αυτά λεπτά, ξοδεύτηκαν αρκετές χιλιάδες δολάρια, έγινα ειδικά εφέ και έπαιξαν πραγματικοί ηθοποιοί με γνωστότερη την σούπερσταρ του αμερικανικού wrestling,  Kimberly Page στο ρόλο της Κάτγουμαν. Fan films έχουν γυριστεί πολλά, αλλά κανένα δεν έφτασε την αρτιότητα του Grayson. _ Α.Σ.

Η ΑΛΙΚΗ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ (1974) του Wim Wenders ★★★★

Alice in den Stadten / Κοινωνική. Σενάριο: Wim Wenders, Veith von Fürstenberg. Πρωταγωνιστούν:  Rudiger Vogler, Yella Rottlander. Δυτική Γερμανία. 1974. Διάρκεια: 110’


Ο Φίλιπ Βίντερ, Γερμανός δημοσιογράφος, περιδιαβαίνει την αμερικανική ενδοχώρα με σκοπό να γράψει ένα άρθρο. Η αποτυχία του εγχειρήματός του και η έλλειψη χρημάτων τον αναγκάζουν να εγκαταλείψει την Αμερική για την πατρίδα του. Στο αεροδρόμιο της Νέας Υόρκης, του «φορτώνεται» η μικρή Αλίκη, που η μητέρα της την έχει εγκαταλείψει. Μαζί θα επιστρέψουν στη Γερμανία και θ’ αρχίσουν την αναζήτηση της γιαγιάς της μικρής.

Η Αλίκη στις πόλεις, πρώτη ταινία της επονομαζόμενης τριλογίας της περιπλάνησης (θα ακολουθήσουν η Λάθος κίνηση και το Στο πέρασμα του χρόνου), σε συγκινεί και σε μαγεύει με την λιτότητα και την αμεσότητά της.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο κεντρικός ήρωας της ταινίας ο Φίλιπ είναι ένας μοναχικός άνθρωπος. Ένας άνθρωπος που όπως παραδέχεται κι ο ίδιος έχει σταματήσει να βλέπει και να ακούει. Συντροφιά του, μια φωτογραφική μηχανή. Αυτή είναι και η μόνη του επαφή με την πραγματικότητα. Μόνο μέσω των φωτογραφιών μπορεί να αντιληφθεί ότι ζει. Στο σημείο της κατάπτωσης και της απόλυτης ψυχικής απογοήτευσης θα ζητήσει βοήθεια (έστω και ασυνείδητα) και θα τη λάβει. Η μικρή Αλίκη που όλως τυχαία (σχεδόν μ’ αυτήν τη θεοποιημένη ντοστογιεφσκική σύμπτωση) θα βρεθεί στο δρόμο του, είναι το έναυσμα για ζωή. Η Αλίκη είναι αυτή που ουσιαστικά τον απελευθερώνει, αυτή που θα του δώσει να καταλάβει ότι η ζωή δεν αποτυπώνεται σε μια φωτογραφία αλλά στα μάτια μας, στο μυαλό μας, στη μνήμη μας.

Δομημένη στις διαρκείς αντιθέσεις και σε μια σειρά από δίπολα θαρρείς πως είναι η σύνοψη όλων των μετέπειτα εμμονών του Wenders. Η Αμερική, η μεγάλη του αγάπη, η μεγάλη του εμμονή, ταυτόχρονα γοητευτική και αποκρουστική. Η Αμερική των αντιθέσεων φιλτράρεται μέσα από τη φωτογραφική μηχανή του Φίλιπ, alter ego του σκηνοθέτη (δεν πρέπει να ξεχνάμε την αγάπη του για την φωτογραφία), για να μας παρουσιαστεί μπροστά στα μάτια μας έτσι όπως ακριβώς είναι. Έρημη, απάνθρωπη, υλιστική. Σ’ αυτό το αποστεωμένο τοπίο, των αχανών εκτάσεων και των απρόσωπων ουρανοξυστών, υπάρχει μια αχτίδα φωτός, ένα πουλί, ένας άνθρωπος. Η φυγή όμως για την πατρίδα είναι αναπόφευκτη και δηλωτική της απογοήτευσης ήρωα-σκηνοθέτη από το αμερικανικό όνειρο. Η εκεί περιπλάνηση, τώρα όχι φιλτραρισμένη  μέσα από την Polaroid του Βίντερ είναι διαφορετική. Ο αναίτιος θυμός έχει δώσει τη θέση του στην αγάπη για τη ζωή, η οκνηρία και παραίτηση στην επιθυμία για δράση και περιπέτεια. Μια αδιόρατη ζεστασιά νιώθεις να πλημμυρίζει την καρδιά των ηρώων, οι οποίοι μετέωροι από τις εξελίξεις της αναζήτησής τους, μιας αναζήτησης αντονιονικής εμπνεύσεως (σαφής η αναφορά στην Περιπέτεια) επομένως και καθαρά προσχηματικής, επιζητούν ένα έρεισμα. Η αγάπη (και η τύχη θα προσθέταμε εμείς)  είναι τούτο, φαίνεται να μας ψιθυρίζει ο Wenders, αφήνοντας εμάς μετέωρους, σ’ ένα φινάλε αφηγηματικής πλήρωσης που δεν επιζητούσαμε. _Μ.Β.

AMARCORD του Federico Fellini

Amarcord / Κομεντί. Σενάριο: Federico Fellini, Tonino Guerra. Πρωταγωνιστούν: Bruno Zanin, Magali Noel, Luigi Rossi. Ιταλία – Γαλλία.  1973. Διάρκεια: 123’

(4/5)

 

Η αφίσα της ταινίας

Καθημερινά επεισόδια από τη ζωή των κατοίκων μιας μικρής επαρχιακής πόλης λίγο πριν ξεσπάσει ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος

 

Ανάμνηση. Λέξη γλυκόπικρη όπως και τα βιώματά μας. Γεγονότα ευχάριστα και δυσάρεστα, φιλτραρισμένα μέσα από την προσωπική μας ματιά, σημαδεύουν ανεξίτηλα την μνήμη και μας καθοδηγούν στη μετέπειτα πορεία μας. Ο Φελίνι, φαίνεται να γνωρίζει καλά το ρόλο τους. Από τους   Vitelloni ως τη Roma και από το La Strada ως το 8 1/2, οι ταινίες του αποτελούσαν μια κάθοδο στον κόσμο των αναμνήσεων.

AMARCORD

Το Amarcord, επινόηση από τις λέξεις ricordare (θυμάμαι) και amaro (πικρό), αποτελεί την πιο προσωπική δημιουργία του Ιταλού σκηνοθέτη. Βασισμένη στις αναμνήσεις από τη γενέτειρά του, το Ρίμινι, η ταινία μας καλεί να λάβουμε μέρος σ’ ένα ονειρικό ταξίδι. Συνεπιβάτες μας ο δεκαπεντάχρονος Τίτα και η οικογένειά του, η θελκτική Γκραντίσκα, ο δικηγόρος-αφηγητής, η νυμφομανής Βολπίνα, η πληθωρική καπνοπώλισσα, ο ψεύτης Μπισέιν, ο ιερέας. Άνθρωποι απλοί, καθημερινοί προερχόμενοι από τα προσωπικά βιώματα του Φελίνι αλλά που ο καθένας μας μπορεί να βρει σ’ αυτούς ένα κομμάτι από το δικό του παρελθόν.

Ταυτόχρονα μέσα απ’ αυτούς τους χαρακτήρες, ο maestro περιγράφει πλήρως την κοινωνικοοικονομική κατάσταση της Ιταλίας της δεκαετίας του ’30. Η άνοδος του φασισμού, η οικονομική ανέχεια, ακόμα και ο ίδιος ο θάνατος κινηματογραφούνται όμως με τέτοιο τρόπο που μας αφήνουν πάντα στο τέλος μια γλυκιά γεύση. Πώς το κατορθώνει αυτό; Με τις αντιθέσεις. Με τη συνεχή εναλλαγή σκηνών και το πέρασμα από τη φτώχια στον πλούτο, από το φασισμό στην αντίσταση για τη δημοκρατία αλλά και από το θάνατο σ’ ένα γάμο και τη νέα ζωή που αυτός ευαγγελίζεται, αντιλαμβανόμαστε το αυτονόητο, ότι η ζωή παρά τις δυσκολίες της και τις αναποδιές της παραμένει τόσο γλυκιά.

amarcord_boat1

Και σ’ αυτήν την ταινία κάνουν την εμφάνισή τους οι εμμονές του Φελίνι. Η γυναίκα, πληθωρική, άκρως ερωτική και ανικανοποίητη είναι ικανή να εξυψώσει έναν άντρα αλλά και να τον τρελάνει! Η καταπιεστική και υποκριτική εκκλησία (μέσα από το ρόλο του ιερέα) που αντί για αγάπη προκαλεί φόβο, για άλλη μια φορά φαίνεται ν’ αδυνατεί να καταλάβει τους ανθρώπους. Ο  ψεύτης που μας υπενθυμίζει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι «την αλήθεια την φτιάχνει κανείς / ακριβώς όπως φτιάχνει το ψέμα» (Ελύτης). Και τέλος το αίσθημα της φυγής. Φυγή όμως όχι τόσο από τον κοινωνικό σου περίγυρο και τον τόπο όπου μεγαλώνεις όσο φυγή από την πραγματικότητα. Μόνο τότε θα νιώσεις πραγματικά ελεύθερος και θ’ αντιληφθείς την ομορφιά της ζωής, όταν αντιληφθείς την πραγματικότητα ως παραμύθι.

Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε τη μουσική του Νίνο Ρότα, τα υπέροχα κοστούμια και τα μαγευτικά σκηνικά (ποιός ξεχνά τη σκηνή με το υπερωκεάνιο Rex;)  τότε μιλάμε για ένα κομψοτέχνημα της 7ης τέχνης, για την τελευταία μεγάλη ταινία ενός μάγου της μεγάλης οθόνης που ωστόσο δεν μπορεί να συγκριθεί με την «ονειρική» τελειότητα του 8 ½ ή την παραληρηματική απεικόνιση  της Ρώμης στο Dolce Vita. _Μ.Β.