Η αγάπη είναι ζάλη – Χάρις Αλεξίου

Θαμμένος σε κάποιο σκονισμένο ράφι της βιβλιοθήκης μου, ο δίσκος ανασύρθηκε σήμερα για να μου θυμίσει μια επίσκεψη στην Αθήνα είκοσι χρόνια πριν. Μια επίσκεψη σ’ έναν άνθρωπο που η τρίχρονη απουσία του, η γιγαντωμένη από τις αναμνήσεις, είναι πιο δυνατή από την αλλοτινή του παρουσία.

Το ταξίδι κράτησε δυο μέρες, το τραγούδι μόλις τρία λεπτά. Ακρόαση «ξεθωριασμένη» στο ραδιόφωνο ενός λεωφορείου. Κι αν τότε δεν σήμαινε τίποτα, τώρα πάντα θα σημαίνει την έναρξη της ωραίας ανάμνησης.

Εις το επανιδείν. _Μ.Β.

 

Η Λευκή Κορδέλα (2009) του Michael Haneke ★★★★½

Η αριστουργηματική Λευκή Κορδέλα (Das Weisse Band) του πολυβραβευμένου Michael Haneke, εντυπωσιάζει με την εικαστική της αρτιότητα και προβληματίζει με τη θεματική της.

Μέσα από μια σειρά βίαιων ξεσπασμάτων σ’ ένα γερμανικό χωριό των αρχών του 1914, ο Haneke ξεδιπλώνει το κουβάρι της βίας· το αυστηρό οικογενειακό περιβάλλον, η θρησκεία, ο φθόνος, η οικονομική ανέχεια, το γενετήσιο ένστικτο και κυρίως η διαφορετικότητα είναι οι αιτίες που τη γεννούν. Κινηματογραφώντας απέριττα ένα χιλιοειπωμένο (και από τον ίδιο) θέμα, ο Αυστριακός σκηνοθέτης καταφέρνει όχι να διασωθεί αλλά να θριαμβεύσει, απλά και μόνο γιατί υπονοεί τα αυτονόητα. Απλά και μόνο γιατί μας φέρνει όλους ενώπιον των ευθυνών μας και της ενοχής μας.

Εις το επανιδείν. _Μ.Β.

Ondine (2009) του Neil Jordan ★★★

Ακροβατώντας ανάμεσα στη φαντασία και τo ρεαλισμό, ο Neil Jordan με περίσσια μαεστρία, μας αφηγείται την ιστορία ενός αλκοολικού ψαρά που πιάνει στα δίχτυα του νεαρή γυναίκα, την οποία η κόρη του θεωρεί νύμφη της θάλασσας.

Από το «Παιχνίδι των Λυγμών» και τη «Συνέντευξη μ’ ένα Βρυκόλακα» ως και το «Πρόγευμα στον Πλούτωνα» ο Ιρλανδός σκηνοθέτης μας ενθουσίαζε με την κινηματογράφηση αιρετικών ηρώων και αναρχικών ιστοριών. Η «Ondine», το τελευταίο πόνημά του, χωρίς να προσεγγίζει την αρτιότητα των ανωτέρω ταινιών αλλά απαλλαγμένο από την ελαφρότητα του είδους της (ρομαντικό δράμα), καταφέρνει να σε κερδίσει και να σε συγκινήσει με την εκπληκτική φωτογραφία του Christopher Doyle και την προσπάθεια του σκηνοθέτη να προσθέσει μια παραμυθένια υφή στην πεζή πραγματικότητα.

Εις το επανιδείν. _Μ.Β.

The Maltese Falcon (1941)

Ίσως το κορυφαίο φιλμ νουάρ όλων των εποχών. Εδώ η σκηνή του τέλους, με τον Humphrey Bogart σε ρεσιτάλ ερμηνείας.


– All we’ve got is that maybe you love me and maybe I love you.
– You know whether you love me or not.
– Maybe I do. I’ll have some rotten nights after I’ve sent you over, but that’ll pass.


Ένας χρόνος μετά…

Υπάρχουν λόγοι, σίγουρα συνειδητοί, που σε οδηγούν στη σιωπή, που σε ωθούν στην απουσία. Υπάρχουν λόγοι, σίγουρα όχι συνειδητοί, που σε αναγκάζουν να γράψεις έναν ανούσιο υετό λέξεων, προ – ειδοποίηση φίλων και γνωστών για τη «μεγάλη επιστροφή».

Και να, συνεπαρμένος από μια ανεξήγητη οίηση, ζητάς την αποδοχή τρίτων και θαρρείς πως αυτά που έχεις να πεις (γράψεις) είναι σπουδαία. Και να, εμπρός σε μια οθόνη παρακολουθείς τα γράμματα που συμπληρώνουν τις λέξεις, τις προτάσεις, τις γραμμές μα εσύ νόημα δεν βγάζεις. Και να, φωνάζεις «είμαι πάλι εδώ», γι’ αυτούς που θέλουν ν’ ακούσουν. Και να, οι λέξεις στη σκέψη σου λιγοστεύουν και σε πιάνει τρόμος. Και να, μετανιώνεις για αυτά που μέχρι τώρα έγραψες ενώ θα μπορούσες απλά να γράψεις:

«Επέστρεψα».

ΥΓ: Στη Χριστίνα, για την «ακαταμάχητη» πειθώ της.